- παρσιστής
- ο [παρσισμός]συν. στον πληθ. οι παρσιστέςομάδα Ινδών οπαδών τού ζωροαστρισμού που προέρχονται από Πέρσες ζωροαστριστές οι οποίοι είχαν μεταναστεύσει στην Ινδία για να αποφύγουν τους διωγμούς από τους μουσουλμάνους.
Dictionary of Greek. 2013.